Κίνησε ο Πάνος μας πρωί
Να πάει στο Μεσολόγγι
Πέρασε κάμπους και βουνά
Και του μειναν οι λόγγοι
Στον ίσκιο ενός πλάτανου
Είπε να ξαποστάσει
Και είδε λίγο πιο μακριά
Ένα πυκνό λιοστάσι
Σαν έφτασε πολύ κοντά
Είδε τον κοτζαμπάση
Που είχε αγοράσει το ντουνιά
Μαζί κι όλη την πλάση
Γιατί ωρέ Παναγιώταρε
Περνάς μέσα απ’ το βιός μου
Πατάς μες τα χωράφια μου
Και στέκεσαι ομπρός μου;
Δε σε φοβάμαι εγώ ωρέ
Μένα με λένε Πάνο
θα κατέβω στις εκλογές
Και θα σου βγω από πάνω
Θα μάσω τους συντρόφους μου
Κατον είκοσι λεβέντες
Και οι δικοί σου φίλε μου
Θα κλάσουνε και μέντες
Έφυγε ο Πάνος σκεφτικός
να πάει στους συντρόφους
γιουρούσι να τοιμάσουνε
πίσω από τους λόφους
Μα άμα τους αντάμωσε
τους είδε μαγκωμένους
τι πάθατε ωρέ παιδιά
σας βλέπω δαγκωμένους
Άστα ωρέ Πάνο σύντροφε
μετράμε τα κουκιά μας
και όπως παν τα πράματα
θα μείνει η αφεντιά μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου